Παρασκευή 26 Μαρτίου 2010

Άρης Ζαμπίκος,αρχιτέκτονας

αναδημοσίευση απο το περιοδικό ATHENS VOICE

Χωρίς να παραλείπει να τονίζει ότι δεν καταλαβαίνει γιατί θέλουμε να του πάρουμε συνέντευξη, ο Άρης Ζαμπίκος μιλάει για την αρχιτεκτονική στην Ελλάδα.

«Ο Άρης Ζαμπίκος γεννήθηκε στην Αθήνα, όπου και διατηρεί το ΓΡΑΦΕΙΟ 405 από το 1992». Ο ίδιος θεωρεί ότι αυτά τα βιογραφικά στοιχεία είναι αρκετά. «Δεν είμαι 70 χρονών για να δίνω συνεντεύξεις» ξεκαθαρίζει. Ωστόσο δικές του δουλειές, π.χ. το θερινό σινεμά «Αφροδίτη» στο Ρουφ, εξοχικές κατοικίες στην Αγόριανη, μονοκατοικία στο Μαρούσι, κατάστημα Free Shop στο Ψυχικό, καταστήματα παιδικών ρούχων Frattina, μονοκατοικίες στα νησιά, έχουν συζητηθεί στους αρχιτεκτονικούς κύκλους και τον κόσμο που τα έχει γνωρίσει είτε από παρουσιάσεις είτε από κοντά.

Τι βρίσκετε ενδιαφέρον στην αρχιτεκτονική της νεότερης Ελλάδας; Το μοντέρνο κίνημα έδωσε καλά δείγματα στις δεκαετίες του ’50, του ’60 και του ’70. Σήμερα έχει επανέλθει με έναν τρόπο καθαρά νοσταλγικό. Λείπει το νεύρο. Η ουσία τού πώς εξελίχθηκε το μοντέρνο δεν συζητιέται, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι και στο εξωτερικό υπάρχει θέμα. Ωστόσο, η μεταπολεμική Ελλάδα έβγαλε έναν Ζενέτο. Αυτό από μόνο του λέει πέντε πράγματα.

Τι θαυμάζετε περισσότερο σ’ εκείνους τους παλιότερους αρχιτέκτονες; Το ότι δούλευαν χωρίς κλιματισμό. Ξέρετε τι σημαίνει να δουλεύεις, Αύγουστο μήνα, με ιδρωμένα χέρια, πάνω σε ρυζόχαρτο;

Αυτό βοηθούσε στο να παράγεται καλύτερη αρχιτεκτονική; Υπήρχε μια πιο σωματική σχέση με την αρχιτεκτονική.

Τι κάνει τον Ζενέτο τόσο σημαντικό; Ο Ζενέτος δεν υπήρξε μεγαλοφυΐα επειδή έκανε κάτι εξαιρετικό, αλλά επειδή έκανε το προφανές. Το να κάνεις π.χ. ένα δημόσιο σχολείο σαν το δικό του στον Άγιο Δημήτριο, μια μελέτη αυτής της ποιότητας, δεν είναι τίποτα παραπάνω από το προφανές. Αυτό που θα θέλαμε να κάνουμε όλοι, αλλά δεν κάνουμε. Συχνά, λόγω ανικανότητας.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Η Ελλάδα χτίζεται συνεχώς και ανελέητα από τη δεκαετία του ’50. Εξαιτίας αυτού του ρυθμού θα μπορούσαμε αρχιτεκτονικά, κατασκευαστικά και ακαδημαϊκά, να έχουμε ένα στίγμα στην αρχιτεκτονική. Παρ’ όλ’ αυτά, δεν υπάρχει ούτε καν ο αντίστοιχος χαβαλές. Από μόνη της, για παράδειγμα, η έννοια «εκτός σχεδίου δόμηση» είναι ένα ανέκδοτο. Συνήθως σημαίνει «άνευ σχεδίου δόμηση». Άλλα γράφει η άδεια, άλλα χτίζονται. Σ’ αυτό οφείλεται ότι τα νησιά είναι σαν πάτσγουορκ από άσπρες μαρέγκες με μπλε παραθυράκια, τα αυτιά του Batman στις γωνίες και χιλιόμετρα μάντρας, σα να ’σαι στο Χαλάνδρι. Αν σου ζητήσουν, για παράδειγμα, να κτίσεις εκτός σχεδίου στις Κυκλάδες, έχεις τρεις επιλογές. Ή δεν τις ακουμπάς, ή αποφασίζεις ότι είναι εκτεταμένο προάστιο της μητροπολιτικής κατάστασης, ή αρκείσαι σε πικρόχολα αρχιτεκτονικά σχόλια-κτίρια. Αν αρχίσεις απλώς να φτιάχνεις καλά κατασκευασμένες, ενταγμένες στο τοπίο χαριτωμενιές του «απέραντου γαλάζιου», δεν υπάρχει ούτε δεύτερο βήμα στην έρευνα ούτε συμπέρασμα. Τίποτα δεν δοκιμάζεται. Απλώς πυκνώνει ένα γοτθικό περιβάλλον αρχιτεκτονικής πορνογραφίας. Νομίζω πως, γύρω στο 2050, όταν πια η χώρα θα έχει χτιστεί αρκετά για να καταλαγιάσει αυτός ο κουρνιαχτός, ίσως τότε ν’ αρχίσει να γίνεται πάλι κάτι. Ως τότε, απλώς εκτελούμε τα δεδομένα. Έχει κι αυτό τη χάρη του. Ο επόμενος Ζενέτος θα γεννηθεί δηλαδή γύρω στο 2020.

Σας έχει τύχει να διώξετε δουλειές;
Όχι. Είναι η μοναδική μας σχέση με την πραγματικότητα.

Και ποια είναι η πιο σκοτεινή όψη της πραγματικότητας; Συχνά εμπλεκόμαστε σε ένα τρομακτικό κυνηγητό μιας ηλιθιότητας. Έχουμε κατά καιρούς επιμελώς αναδιατάξει την αρχική βλακεία του προγράμματος του κτιρίου με τερτίπια, τα οποία διδαχτήκαμε για να κάνουμε σοβαρότερα έργα. Υπάρχει όμως και πιο σκοτεινή όψη της πραγματικότητας. Τα τελευταία 5-10 χρόνια τα πράγματα που είναι πιο εύληπτα, και γίνονται πιο γνωστά, και πωλούνται περισσότερο, είναι πράγματα που όλο και κάτι θυμίζουν. Ίσως επειδή αυτά που φτιάχνονται θυμίζουν κάτι που χτίστηκε στην Αυστραλία, κρέμεται από ένα βράχο με θέα στον Ειρηνικό, και αρέσει. Αυτό είναι η σημερινή ελληνική αρχιτεκτονική. Κάτι που θυμίζει κάτι άλλο. Ευτυχώς, όμως, μετά τη δημοσιογραφική βαβούρα που τρέχει τα τελευταία εξάμηνα γύρω από την αρχιτεκτονική, φάνηκε επιτέλους ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. Τα περισσότερα σχετικά άρθρα είναι, ούτως ή άλλως, δελτία τύπου. Λίγοι γράφουν.

Μήπως αυτός είναι και ο λόγος που ο Έλληνας αρχιτέκτονας βρίσκεται σε διαφορά φάσης από την αιχμή της παγκόσμιας παραγωγής;
Το διεθνές top of the pops της αρχιτεκτονικής δεν είναι αυτοί που είναι επειδή κάνουν περίεργες φόρμες και συνθετικές ακροβασίες. Αυτά τα κάνει πια και ο κάθε άσχετος σήμερα. Αρέσουν γιατί ένα εκπαιδευμένο μάτι καταλαβαίνει ότι υπάρχει μια συνέχεια της δουλειάς και παρότι τα γραφεία αυτά είναι άκρως εμπορικά, διατηρούν ταυτόχρονα ένα επίπεδο έρευνας. Είναι απλώς η κορυφή μιας πυραμίδας εκπαίδευσης και παραγωγής. Στα 30-40 χρόνια της παραγωγής ενός αρχιτέκτονα –δηλαδή από τα 30 του μέχρι τα 70 του– θα έπρεπε να υπάρχει μια ορατή συνέχεια ροής. Εδώ, αυτό συμβαίνει σπάνια. Νομίζω έχει χαθεί το καθαρό μυαλό. Όχι μόνον από μας, τους αρχιτέκτονες.

Θα μπορούσε όμως ο αρχιτέκτονας να ενεργήσει διαφορετικά; Ποια αντιπρόταση υπάρχει; Η διεθνής πρακτική, νομίζω, μας έχει προσπεράσει προ πολλού. Υπάρχουν πιάτσες που ασχολούνται με το δημόσιο χώρο. Η Ελλάδα δεν ασχολείται. Απλώς, κτίζει δημόσια κτίρια. Ο εκάστοτε υπουργός, διετούς θητείας, αναθέτει το κτίριο ενός υπουργείου –όπου θα δουλεύουν 800 άτομα– σε μια κατασκευαστική. Από κει κι έπειτα όλα βασίζονται πια στο πόσο καλό ή κακό ή τυχαίο ή συμπωματικό είναι το shortlist της κατασκευαστικής και ποιοι αρχιτέκτονες εμπλέκονται σ’ αυτό.
Σ’ όλη αυτή την περιγραφή, ο ίδιος ο αρχιτέκτονας φαίνεται να μην έχει μερίδιο ευθύνης ή δυνατότητα να παρέμβει. Οπωσδήποτε έχουμε ευθύνη και παρεμβαίνουμε εκ των πραγμάτων.

Το «Αφροδίτη» είναι ένα είδος δημόσιου κτιρίου. Ποιο θεωρείτε το πιο ενδιαφέρον στοιχείο του;
Την κίνηση στο σκοτάδι.

Υπάρχει κάποιο στοιχείο του που σήμερα θα αλλάζατε, επειδή έχει παρέλθει κάποιο διάστημα από τότε που κτίστηκε και θα προτιμούσατε να το φτιάξετε αλλιώς; Σαφώς. Όπως όλα τα πράγματα, έτσι και τα κτίρια καταγράφουν μια συγκεκριμένη στιγμή.

Ποιο είναι το βασικό κριτήριο που καθοδηγεί και καθορίζει τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό ενός καταστήματος ρούχων; Το εμπόρευμα.

Και ποιο το ενδιαφέρον τού να σχεδιάζεις ένα κατάστημα ρούχων; Το να σχεδιάζεις χώρους για τον ίδιο τον άνθρωπο που σχεδιάζει τα ρούχα. Οποιαδήποτε άλλη –μεταπρατική– σχέση του καταστήματος με τα ρούχα έχει σαν πρότυπο τα χαρτόκουτα του Κινέζου και τα φώτα νέον στο ταβάνι. Εκεί ξεκινάνε και σταματάνε όλα. Μα ο Κινέζος είναι το πρότυπο της παντελούς απουσίας σχεδιασμού. Παντού υπάρχει σχεδιασμός. Κι όταν αναφέρομαι στο εμπόρευμα, το εννοώ σαν συνολικό πακέτο που περιλαμβάνει ύφος, θέση, κύρος κ.λπ., όχι μόνο αυτό καθαυτό το εμπόρευμα. Θες να τον τσιμπάει κάτι από το δρόμο και να βγαίνει με μείον 300 ευρώ. Και να ξανάρχεται.

Τι σας έμαθε η ενασχόλησή σας με το σχεδιασμό των παιδικών καταστημάτων Frattina; Ότι τα παιδιά είναι πιο κοντά από τους μεγάλους.

Τι σας αρέσει πιο πολύ στα σπίτια στην Αγόριανη; Το χιόνι.

Πώς είναι η συναναστροφή σας με τους πελάτες σας; Καλή. Συνήθως, καλή. Δεν είναι όμως συναναστροφή. Είναι οι πελάτες μου. Ξέρετε κανέναν οδοντογιατρό να πηγαίνει να τρώει με τους πελάτες του; Εννοώ ότι ο πελάτης έχει γνώμη για το πώς θα πρέπει να κάνει τη δουλειά του ο αρχιτέκτων, κάτι που δεν τυχαίνει συχνά στους οδοντιάτρους. Η αρχιτεκτονική έχει καταντήσει ακριβό σπορ. Οι πελάτες θέλουν να καταλάβουν. Σου παίρνουν το μολύβι από τα χέρια και λένε: «Μήπως να γίνει έτσι;». Αυτό δεν είναι κατ’ ανάγκη εκνευριστικό, μερικές φορές είναι και χαριτωμένο. Το κακό είναι ότι συχνά αντί να τολμούν γνώμη για τη ζωή τους, έχουν γνώμη για τη δουλειά σου.

Τι είδους αρχιτεκτονικό πρότζεκτ θα θέλατε να κάνετε στο άμεσο μέλλον; Θα ήθελα ν’ ασχοληθώ με μια πλωτή κατασκευή. Δεν ξέρω τι θα είναι αυτή, αλλά γενικά η έννοια της αιώρησης και η σχέση με το υψομετρικό μηδέν και την επιπεδότητα έχει πολύ ενδιαφέρον.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

LinkWithin

Related Posts with Thumbnails